Το όνομά της ήταν σα να το φώναζε όλη της η ύπαρξη.
Μια πορτοκαλί, φουντωτή, πανέμορφη, ναζιάρα γατούλα με τεράστια καλοσυνάτα ματάκια που ζέσταιναν τόσο πολύ όποιον κοιτούσαν που έλιωνε από τη γλύκα. Εμφανίστηκε έτσι λεπτεπίλεπτη και μικροκαμωμένη στο προαύλιο της κλινικής ένα πρωινό. Έγινε αμέσως η μασκότ. Όλοι την τάιζαν και τη χάιδευαν, εγώ ποτέ δεν έτυχε... όχι πως δεν ήθελα, αλλά ήταν πάντα χορτάτη από το φαγητό που της πετούσαν οι υπόλοιποι. Την είπαμε Πριγκιπέσα και όλοι αναφερόντουσαν σ' αυτήν με αυτό το όνομα έτσι λες και δεν ήταν γάτα πια αλλά πραγματική πριγκίπισσα. Εμφανιζόταν πάντα από ένα άνοιγμα μεταξύ δυο τοίχων (που έμοιαζε με αρχιτεκτονικό λάθος) και από εκεί πάντα έφευγε και δεν ήξερε κανείς που πήγαινε. Κοροϊδευτικά λέγαμε πως αποσύρεται στα ιδιαίτερα διαμερίσματά της.
Η Πριγκιπέσα όμως, άρχισε να φουσκώνει επικίνδυνα. Ναι, λοιπόν, ήταν "ολίγον" έγκυος. Ήμουν σίγουρη πως αυτός ο τυχάρπαστος κοπρογατούλης δεν αντιστάθηκε στην ομορφιά και στα νάζια της και μεταξύ αστείου κι αστείου (και άντε λιιιγο ίσως σοβαρού) σκέφτηκα πως μπορεί να ήταν και ο μοναδικός γάτος στη γη που μπόρεσε και ερωτεύτηκε (έστω και στιγμιαία τη στιγμή του οργασμού, σα γνήσιο αρσενικό).
Με αυτό το χαρμόσυνο γεγονός να περιμένουμε, η Πριγκιπέσα τύγχανε μοναδικών προνομίων. Την άφηναν να μπαίνει μέσα στο εντευκτήριο τα βράδια που έκανε κρύο, την τάιζαν διπλά και τρίδιπλα, και όταν ήταν στις μέρες τις, είχε ακόμα και τα δικά της κυπελάκια με νερό και φαγητό κάπου επιμελώς κρυμμένα από την κοινή θέα. Εκείνη από ευγνωμοσύνη τριβόταν στα πόδια μας και γουργούριζε και μας άφηνε ενθύμιο τις μακριές της τρίχες στα μπατζάκια μας. Γεγονός που με είχε βάλει σε πολλούς μπελάδες με σκηνές ζηλοτυπίας και κρεβατομουρμούρα από τις δικές μου γάτες.
Το πρωινό που την είδαμε τυχαία ξεφούσκωτη χαρήκαμε τόσο πολύ που εάν μας έβλεπε κανείς θα νόμιζε ότι γιορτάζαμε κάποιο σπουδαίο γεγονός. Φαινόταν ταλαιπωρημένη και ήταν γεμάτη αίματα. Είχε ξεκινήσει να γεννάει στο εντευκτήριο γιατί βρήκαμε κηλίδες από αίμα κάτω από μια καρέκλα. Υποθέσαμε ότι μετά πήγε να γεννήσει στα "ιδιαίτερα διαμερίσματά της" ή κάπου όπου τα γατάκια της θα ήταν πλήρως προστατευμένα. Άλλωστε αυτό δεν κάνουν (ή οφείλουν να κάνουν) οι μαμάδες?
Από επιλογή και διακριτικότητα, κανείς δεν την έψαξε ποτέ για να δει τα γατάκια της και περιμέναμε εναγωνίως τη μέρα που θα τα άφηνε να μαμουνίσουν μέχρι το προαύλιο για να μας τα δείξει. Κάναμε και προβλέψεις. Εγώ έλεγα πως θα έχουν τη μακρυά τρίχα της και πως όποιος και να ήταν ο κοπρογατούλης, θα ήταν υπέροχα όλα τους.
Οι μέρες περνούσαν και η Πριγκιπέσα... χαμένη. Τη ξέχασαν όλοι. Την αναζήτησα και ρωτούσα γι' αυτήν, αλλά κανείς δεν την είχε δει. Ώσπου ένα ξημέρωμα που είχα βγει για τσιγάρο, άκουσα το νιαούρισμα της. Έτσι, εύθραυστο και τραγουδιστό όπως ήταν πάντα. Τη φώναξα κανά δυο φορές, αλλά δεν εμφανιζόταν. Χωρίς να το πολυσκεφτώ χώθηκα ανάμεσα στους δυο τοίχους που οδηγούσαν στα ιδιαίτερά της διαμερίσματα και... να τη! Ήταν ανάμεσα σε κάτι ψηλά αγριόχορτα και ίσα που φαινόταν! "Γιαλαντζί η πριγκιπέσα" σκέφτηκα. Πήγα πιο κοντά της... εκείνη έκανε μερικά βήματα να με πλησιάσει αλλά... κούτσαινε. Σταμάτησα τρομοκρατημένη από αυτό που έβλεπα. Ήταν ολόκληρη λασπωμένη και σχεδόν μαδημένη. Το πίσω ποδαράκι της, από λίγο πιο πάνω από την πατούσα και μέχρι κάτω, ήταν κυριολεκτικά διαλυμένο. Σκέφτηκα να την πάρω αμέσως σχολώντας και να την πάω στο κτηνίατρο. Δε με άφηνε όμως να την πλησιάσω κι εγώ δε θέλησα να την κάνω να τρέξει εξαιτίας μου. Έψαξα για τα γατάκια αλλά δεν τα βρήκα. Αργότερα έμαθα πως είχαν ψοφήσει.
Η Πριγκιπέσα συνέχισε να βγαίνει στο προαύλιο, αλλά κανείς δεν την ήθελε πια γιατί ήταν βρώμικη, άσχημη και χτυπημένη. Μικρόβια λένε και αρρώστιες. Δε με παραξένεψε η αντίδρασή τους. Έτσι δεν κάνουν και με τους ανθρώπους; Λες και η ζωή (οποιοδήποτε πλάσματος) μετριέται με την καθαριότητα, την ομορφιά και την υγεία.
Από ένστικτο την αγάπησα περισσότερο. Σαν να ήθελα να συμπληρώσω ότι δεν έπαιρνε πια από τους υπόλοιπους. Αυτό το πράγμα να ταυτίζομαι με τις μειονότητες το είχα από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου. Απ' όταν ήμουνα μικρή και σπίτι έβλεπαν μπάλα, πάντα ρωτούσα ποιος χάνει για να τον υποστηρίξω εγώ. Τόσο απόθεμα υποστήριξης είχα μάλλον, αλλά δεν ήξερα ότι αργότερα θα το χρειαζόμουν που θα γινόμουν κι εγώ μια μειονότητα και τότε θα μου λειβόταν...
Στο θέμα μας...
Μια εβδομάδα έχει περάσει. Όλοι επιμένουν να την αγαπάνε λιγότερο από πριν (μερικοί απο λύπηση πια της πετάνε, μακριά τους πάντα, κάτι να φάει). Όλοι εκτός από ένα γιατρό που έψαχνε το τηλέφωνο της φιλοζωικής μπας και μπορέσουν να τη βοηθήσουν. Δεν τον έχω δει από τότε να μάθω τι έγινε, αλλά υποθέτω βλέποντας την, πως τίποτα δεν έγινε. Φαίνεται να έχει συνηθίσει την αναπηρία της, αν και το πόδι είναι ακόμα παράλυτο και συνεχίζει να μη με αφήνει να τη χαϊδεύω πέρα από λίγο (μόνο) και για λίγο (μόνο) στο κεφάλι.
Η Πριγκιπέσα συνέχισε να βγαίνει στο προαύλιο, αλλά κανείς δεν την ήθελε πια γιατί ήταν βρώμικη, άσχημη και χτυπημένη. Μικρόβια λένε και αρρώστιες. Δε με παραξένεψε η αντίδρασή τους. Έτσι δεν κάνουν και με τους ανθρώπους; Λες και η ζωή (οποιοδήποτε πλάσματος) μετριέται με την καθαριότητα, την ομορφιά και την υγεία.
Από ένστικτο την αγάπησα περισσότερο. Σαν να ήθελα να συμπληρώσω ότι δεν έπαιρνε πια από τους υπόλοιπους. Αυτό το πράγμα να ταυτίζομαι με τις μειονότητες το είχα από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου. Απ' όταν ήμουνα μικρή και σπίτι έβλεπαν μπάλα, πάντα ρωτούσα ποιος χάνει για να τον υποστηρίξω εγώ. Τόσο απόθεμα υποστήριξης είχα μάλλον, αλλά δεν ήξερα ότι αργότερα θα το χρειαζόμουν που θα γινόμουν κι εγώ μια μειονότητα και τότε θα μου λειβόταν...
Στο θέμα μας...
Μια εβδομάδα έχει περάσει. Όλοι επιμένουν να την αγαπάνε λιγότερο από πριν (μερικοί απο λύπηση πια της πετάνε, μακριά τους πάντα, κάτι να φάει). Όλοι εκτός από ένα γιατρό που έψαχνε το τηλέφωνο της φιλοζωικής μπας και μπορέσουν να τη βοηθήσουν. Δεν τον έχω δει από τότε να μάθω τι έγινε, αλλά υποθέτω βλέποντας την, πως τίποτα δεν έγινε. Φαίνεται να έχει συνηθίσει την αναπηρία της, αν και το πόδι είναι ακόμα παράλυτο και συνεχίζει να μη με αφήνει να τη χαϊδεύω πέρα από λίγο (μόνο) και για λίγο (μόνο) στο κεφάλι.
Κάθε ξημέρωμα (εκεί κατά τις πέντε με έξι) έχουμε "ραντεβού" στο προαύλιο...εγώ με ένα τσιγάρο στα χείλια, τον αναπτήρα στο ένα χέρι και το ζαμπόν με το τυρί (από το βραδινό τοστ) στο άλλο. Εκείνη με περιμένει στην ίδια γωνία κάθε φορά. Κάθομαι στο σκαλοπάτι, εκείνη τρώει και χαριεντίζεται κι εγώ καπνίζω και τη χαζεύω. Πόσο όμορφή συνεχίζει να είναι... Θα έλεγα ότι την ταΐζω για να την ευχαριστήσω για την παρέα που μου κάνει στο τσιγάρο λίγο πριν τελειώσω την βάρδια. Κανέναν άλλο δεν αφήνει τόσο κοντά της. Με αγαπάει από επιλογή και όχι από συμφέρον τροφής κι αυτό είναι πολύ σημαντικό. Τόσο σημαντικό, που όταν έχω ρεπό και δεν τη βλέπω τα πρωινά, σκέφτομαι αν θα τη δω την επομένη και μου λείπουν οι νοερές πρωινές "συζητήσεις" μας...
Σήμερα, φεύγοντας, την είδα να πλένεται κάτω από τη βροχή...
"Πλύσου, Πριγκιπέσα μου, να μοιάζεις περισσότερο με κανονική γάτα. Σαν αυτές στα προσχολικά βιβλία. Τις ζωγραφιστές, που νιαουρίζουν κατά βούληση του αναγνώστη. Πλύσου γιατί αυτός ο κόσμος δύσκολα αγαπάει τους διαφορετικούς..."
Σήμερα, φεύγοντας, την είδα να πλένεται κάτω από τη βροχή...
"Πλύσου, Πριγκιπέσα μου, να μοιάζεις περισσότερο με κανονική γάτα. Σαν αυτές στα προσχολικά βιβλία. Τις ζωγραφιστές, που νιαουρίζουν κατά βούληση του αναγνώστη. Πλύσου γιατί αυτός ο κόσμος δύσκολα αγαπάει τους διαφορετικούς..."
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου