Κάπως έτσι ξεκινάει το κατά τα άλλα συμπαθές στρουμφάκι, που με διάθεση πάντα θετική αλλά άκρως εγωιστική (να τα λέμε αυτά), προσφέρει δώρα φορώντας το πιο αθώο του χαμόγελο που σε καμία περίπτωση δεν προοιωνίζει το τι θα συμβεί μετά. Κι όταν το κάθε ανύποπτο και χαρούμενο για την ευχάριστη αυτή έκπληξη ομοειδές του, ανοίξει το «πακέτο» για να βρει το δώρο του, αντ’ αυτού...ΚΑΜΠΟΥΜ! Σκάει στα μούτρα του.
Αυτό λοιπόν, τα παιδάκια το βλέπουν και γελάνε (και πολύ καλά κάνουν μιας και το ξάφνιασμα του εγκεφάλου είναι ένας από τους τρόπους για να προκαλέσεις γέλιο). Εγώ όμως ως παιδί με πολλές εσωτερικές αναζητήσεις (ναι αμέ, από τότε τις είχα), το πήγα λίγο παραπέρα. Είναι αστείο, σύμφωνοι. Αλλά... είναι το ίδιο αστείο και γι' αυτόν που σκάσει στα μούτρα του το φαρσοκωμικό μπουρλότο?
Κι έτσι, διδάχτηκα από τα στρουμφάκια (διάβασον, διάβασον), αρχικά να είμαι επιφυλακτική με τις εκπλήξεις γενικότερα (παιδί ήμουν, το γενίκευσα) αλλά και από την άλλη να μη μου φαίνεται αστείο το πάθημα κανενός, ούτε καν σε καρτούν (σύνολο γενικεύσεων σημειώσατε 2). Έτσι κόντρα στο ρεύμα των 5χρονων των αρχών της δεκαετίας του ογδόντα (κάντε τους υπολογισμούς σας), δε μου φαινόταν καθόλου αστείο ένα τσουρουφλισμένο και απορημένο στρουμφάκι.
[*Στη εφηβεία μου βέβαια, άλλαξα δραματικά γούστα στα καρτούν και από τότε κρυφός μου πόθος είναι το Μπιμπ-μπιμπ να γίνει ένα πεντανόστιμο γέυμα για το Κογιότ (έχω σκεφτεί μέχρι και προτάσεις για συνταγές) και βεβαίως ο Σιλβέστερ να μην φάει τον Τουίτι (τι να φάει κι από δαύτο, όλο κεφάλι είναι) αλλά να το μασήσει καλά και μετά να το φτύσει στα μούτρα του σκύλου.]
Μεγαλώνοντας λοιπόν, δεν τα πήγα και καλύτερα με τις εκπλήξεις. Τουτέστιν, δεν είναι και η καλύτερή μου. Και όχι γιατί φοβάμαι πως θα σκάσει στα μούτρα μου το λαχταριστό δωράκι και θα τσουρουφλιστώ κι εγώ (αν και μεταφορικά μιλώντας έχει συμβεί ουκ ολίγες φορές κι αυτό), αλλά από δική μου ιδιοτροπία μάλλον (γιατί η θεωρία με τα στρουμφάκια παραμένει επιστημονικώς ανεπιβεβαίωτη).
Έτσι, πάντα η πρώτη μου επιλογή είναι να γνωρίζω. Εάν γνωρίζω τότε έχω και την επιλογή να αρνηθώ και να γλιτώσω (αν δεν μου αρέσει, δεν έχω όρεξη κτλ.) ή να δεχτώ με χαρά και ανυπομονησία (εάν μου φαίνεται ωραία ιδέα) και τέλος πάντων να έχω κι εγώ τις επιλογές μου. Δε μου αρέσει να μην έχω επιλογές και δυστυχώς στις εκπλήξεις, δεν υπάρχουν επιλογές. Καλή ή κακή, σκάει στα μούτρα σου έτσι κι αλλιώς. Επίσης, γνωρίζοντας τι συμβαίνει μπορώ να χειριστώ την κατάσταση καλύτερα. Στις εκπλήξεις δεν αντιδρώ καλά. Από κεκτημένη ταχύτητα, και ακόμα κι αν δεν υπάρχει κανένας προφανής λόγος, για μερικά λεπτά αισθάνομαι άβολα.
Στην επικοινωνία μου με άλλους ανθρώπους βέβαια, αν και έχω κάνει κι εγώ εκπλήξεις σε άλλους (είναι μια πολύ πολύ ωραία διαδικασία, το ομολογώ), πρέπει ή να είμαι 100% σίγουρη ότι θα αρέσει η έκπληξή μου ή εναλλακτικά πάντα με χαρά παίρνω μέρος σε εκπλήξεις που έχουν αποφασίσει άλλοι για άλλους. Έτσι, αν αρχίσει να μπινελικώνει αυτός στον οποίο έχει γίνει η έκπληξη (το έχω ζήσει και αυτό!), να μη έχω τουλάχιστον την ευθύνη (γιατί το πιο πιθανό είναι να του δώσω δίκιο για τα μπινελίκια). Πέραν των δυο αυτών περιπτώσεων, δυστυχώς πολύ φοβάμαι πως είμαι ένας πολύ πολύ πεζός άνθρωπος και αρχίζω τις ερωτήσεις ακόμα και για πιο απλά. "Θες να φύγουμε το Σ/Κ και όπου μας βγάλει?", "Να περάσω να σε πάρω να πάμε έξω?" "Να έρθω να σε δω σήμερα?" και άλλα τέτοια ευγενικά και διακριτικά μεν, αλλά απελπιστικά πεζά δε.
Στην ψυχολογία το ονομάζουν φόβο για το απροσδόκητο που μεταφράζεται ως ανάγκη για δομή και τάξη. Εγώ δεν συμφωνώ. Δεν έχω φόβο για το απροσδόκητο, αρκεί να έχω συμφωνήσει εκ των προτέρων κι εγώ ότι θέλω να το ζήσω (για δομή και τάξη δε ούτε που το συζητάω, όσοι έχουν δει το σπίτι μου καταλαβαίνουν).
Γι' αυτό κι εγώ λοιπόν το ονομάζω σύνδρομο του Χαχανούλη που μεταφράζεται ως ανάγκη να μην αποφασίζουν άλλοι για μένα, αλλά ούτε κι εγώ για λογαριασμό άλλων. Δηλαδή ανάγκη για ηρεμία γενικότερα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου